- μαλκόλμια
- και μαλκομία, ηβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών τής οικογένειας τών σταυρανθών, με 26 περίπου είδη τής Ευρώπης, Ασίας και βόρειας Αφρικής, από τα οποία 10 απαντούν στην Ελλάδα με την κοινή ονομασία αγριοβιολέτες.
Dictionary of Greek. 2013.